ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ

«… Ο πατέρας που γυρνάει τ’ απόβραδο
μ’ ένα φαρδύ χαμόγελο στα μάτια
μ’ ένα ζεμπίλι στα χέρια του γεμάτο φρούτα
και οι σταγόνες του ιδρώτα στο μέτωπό του
είναι όπως οι σταγόνες του σταμνιού
που παγώνει το νερό στο παράθυρο,
είναι η ειρήνη…»
(Γ. Ρίτσος, απόσπασμα από το ποίημα «Ειρήνη»)

«… κι ο πατέρας μου πεθαμένος εδώ και τόσα χρόνια έρχεται κάθε βράδυ και με συμβουλεύει στον ύπνο μου… μα πατέρα του λέω, ξεχνάς ότι τώρα είμαστε συνομήλικοι;»
(Τάσος Λειβαδίτης, Τα μοναχικά βήματα)


-Κωστής Παλαμάς, «Οι πατέρες»

« Παιδί, το περιβόλι που θα κληρονομήσεις,
όπως το βρεις κι όπως το δεις να μη το παρατήσεις.
Σκάψε το ακόμα πιο βαθιά και φράξε το πιο στέρεα,
και πλούτησε τη χλώρη του και πλάτυνε τη γη του,
κι ακλάδευτο όπου μπλέκεται να το βεργολογήσεις,

και να του φέρνεις το νερό το αγνό της βρυσομάνας –
κι αν αγαπάς τ’ ανθρώπινα κι όσα άρρωστα δεν είναι,
ρίξε αγιασμό και ξόρκισε τα ξωτικά, να φύγουν,
και τη ζωντάνια σπείρε του μ’ όσα γερά, δροσάτα.
Γίνε οργοτόμος, φυτευτής, διαφεντευτής.

Κι αν είναι
κι έρθουνε χρόνια δίσεχτα, πέσουν καιροί οργισμένοι,
κι όσα πουλιά μισέψουνε σκιασμένα, κι όσα δένδρα
για τίποτ’ άλλο δε φελάν παρά για μετερίζια,
μη φοβηθείς το χαλασμό. Φωτιά! Τσεκούρι! Τράβα,
ξεσπέρμεψέ το, χέρσωσε το περιβόλι, κόψ’ το,
και χτίσε κάστρο απάνου του και ταμπουρώσου μέσα,
για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα,
π’ όλο την περιμένουμε κι όλο κινάει για να ‘ρθει,
κι όλο συντρίμι χάνεται στο γύρισμα των κύκλων.
Φτάνει μια ιδέα να σ’ το πει, μια ιδέα να σ’ το προστάξει,
κορόνα ιδέα, ιδέα σπαθί που θα είν’ απάνου απ’ όλα.»

-Μαρία Χρονιάρη, «Για την ημέρα του πατέρα»
«Ξέρεις πατέρα, είναι πολλά αυτά τα «λίγα» που μας κρατούν εδώ. Καρφωμένους στη γη. Γι’ αυτό το κάτι, που ποιος ξέρει αν θα ‘ρθει. Μόλις χθες πατέρα κατάλαβα τι είναι αλήθεια η μικρή μας στιγμή. Κι όλο ξεφεύγει πατέρα. Ένα πραφ κι έφυγε. Δεν προλαβαίνω ούτε καν να την χωρέσω.
Θυμάσαι πατέρα, όταν ήμουν μικρή; Στα μάτια σου έμαθα την αλήθεια του κόσμου. Να μη μισώ, να αγαπάω, να μοιράζομαι. Είναι αργά για μας πατέρα στον κόσμο ετούτο. Είναι σκληρή η ζωή για μας τους απ’ αλλού φερμένους. Όμως εμείς, εκεί πατέρα. Κάθε μέρα σε πείσμα των καιρών, να σκαλίζουμε τη ζωή με τα νύχια μας. Για το αύριο πατέρα. Για να λέμε πως κάτι θα μείνει εδώ από μας.
Δεν φοβάμαι πατέρα, όχι πια. Μόνο να, που και που, μια θλίψη ανεβαίνει και με πνίγει. Για εκείνα που γλίστρησαν και δεν τα πρόλαβα, επειδή εθώρουνα πως έχω καιρό. Έκανα λάθος πατέρα. Μα θα μου πεις πως ακόμα μπορώ. Προλαβαίνω, έτσι πατέρα; Μόνο αυτό να μου πεις. Προλαβαίνω. Και αν όχι πατέρα, να’ σαι εδώ, να κρατηθώ, να μην φύγω στο κύμα.
Δεν στο λέω, μα πολλές φορές ντρέπομαι για ό, τι δεν κατάφερα πατέρα. Για τις ελπίδες που διέψευσα. Θα προσπαθήσω πατέρα, θα δεις. Και τότε θα λάμπω πατέρα. Σαν Κρήτη θα φαίνομαι στη Μεσόγειο. Βουνοκορφή στ’ Ανωγειανά όρη.
Κάπου εδώ θα κλείσω πατέρα. Μα πριν τελειώσω θέλω να σου πω ευχαριστώ. Γιατί συνεχίζεις και είσαι ένας φάρος αναμμένος για να μην σκοντάφτει το σκαρί μου. Που ενώ δεν μπορείς, ΟΛΑ τα μπορείς για να μπορώ. Που ακόμη και τώρα που μεγάλωσα, εξακολουθείς να μου δίνεις μαθήματα ζωής και συμπεριφοράς. Που κάθε που κλαίω χωρίς να ρωτάς, χωρίς να μιλήσεις, ανοίγεις τα χέρια σου για να κλάψω μέσα.
Πατέρα σε ευχαριστώ, γιατί αν δεν ήσουν αυτό που είσαι, δεν θα ήμουν αυτό που είμαι. Και κυρίως γιατί εξακολουθείς να μου θυμίζεις πως θέλει κότσια να παραμείνεις άνθρωπος. Για όλα αυτά Πατέρα. Και για τα άλλα.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου