ΑΠΟΚΡΗΑΙΣ - ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΗΣ

Αποτέλεσμα εικόνας για μασκεσ αποκριατικεσ
Κι’ ἐγὼ τραγούδια νέα θὰ τονίσω
σ’ αὐτὸ τὸν μασκαρένιο μας καιρό,
καὶ μασκαρᾶς ἐμπρός σας θὰ πηδήσω
νὰ σύρω ἀποκρηάτικο χορό.
Ὄπ! Ὄπ! στὸ γῦρο ὅλοι… τιριρί…,
καρσιλαμᾶ ἡ λύρα μου βαρεῖ.

Στοὺς τωρινοὺς καιροὺς τῆς Ρωμηοσύνης
τραγούδια δὲν μᾶς πρέπουν σοβαρά,
οὔτε κλωνάρια δάφνης καὶ μυρσίνης,
μᾶς φθάνει μουσικὴ τοῦ ταμπουρᾶ.
Γυναῖκες, ἄνδρες ὅλοι τὸ χορό,
καὶ σᾶς κρατῶ τὸ ἴσο… τιριρό.


Ὅλο τὸ χρόνο εἴμαστε μπερλίναις,
κι’ ὅμως βαστοῦμε ὕφος σοβαρό,
καὶ γιὰ τῇς δόξαις σκούζουμε ἐκείναις,
ποὺ ἄλλοτε τῇς εἴχαμε σωρό.
Ὄπ! Ὄπ! στὸ γῦρο ὅλοι… τιριρά…,
γιὰ βάλετε στὰ πόδια σας φτερά.


Μὰ σὰν ἐλθῇ τρελλὸ τὸ καρναβάλι,
ἀφίνομε τὴν πόζα τὴν πλαστή,
γιὰ μιὰ στιγμὴ ἀλλάζομε κεφάλι,
καὶ μασκαράδες βγαίνομε σωστοί.
Ὄπ! Ὄπ! πηδᾶτε ὅλοι σας ψηλά,
ἡ φτέρναις σας ν’ ἀνάψουν… τραλαλά.

Ὅλα σ’ αὐτὴ τὴ γῆ μασκαρευτῆκαν,
ὀνείρατα, ἐλπίδες καὶ σκοποί,
ἡ μούραις μας μουτσούναις ἐγινῆκαν,
δὲν ξέρομε τί λέγεται ντροπή.
Ὄπ! Ὄπ! στὸ γῦρο ὅλοι… τραλλαλό…,
κι’ ἐγὼ μασκαρεμμένος σᾶς γελῶ.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΗΣ, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1880

ΑΛΚΗ ΖΕΗ - ΣΤΟ ΚΑΛΟ!

Αποτέλεσμα εικόνας για ζεη
                                               ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ !    ΣΤΟ ΚΑΛΟ ΑΛΚΗ!




ΚΙΚΙ ΔΗΜΟΥΛΑ



«Δεν ξέρω πως ζουν οι ποιητές. Δεν ξέρω πως ζουν οι άλλοι ποιητές. Δεν έχω συστηματική επαφή με ποιητές, παρά με λίγους φίλους που συμπίπτει να είναι ποιητές.
Η καθημερινότητα είναι καθημερινότητα. Τίποτα δεν την αλλάζει. Ούτε η ποίηση. Έζησα με έναν ποιητή αλλά αυτό είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο. Η ποίηση δεν είναι συνεχής. Επομένως η καθημερινότητα είναι η νικήτρια σε όλα. Μεγάλωσα τα παιδιά μου, ντάντεψα τα εγγόνια μου. Έκανα ενός κοινού ανθρώπου τη ζωή, γιατί έτσι ένοιωθα άλλωστε. Δεν άλλαξε κάτι ότι έγραφα κάποια ποιήματα. 
Όση φήμη κι αν απέκτησα έμεινα η μαμά, η γιαγιά, ο εαυτός μου.
Από τα δικά μου παιδικά χρόνια, κρατάω μόνο την απουσία των γονιών μου. Ο καιρός εκείνος δεν ήταν πολύ ευνοϊκός για τα νιάτα. Ήταν μάλλον στερημένος. Έβγαινα ως τα σκαλάκια του σπιτιού μου γιατί ήταν πάρα πολύ αυστηρό το καθεστώς των γονιών μου. Δεν πήγα πουθενά, εκδρομή, δεν έζησα καθόλου νεανικά χρόνια. Ο,τι έγινε, έγινε στο Γυμνάσιο. Είναι γλυκύτατα όλα αυτά να τα σκέφτομαι τώρα κι ας ήταν τότε ενοχλητικά και δυσάρεστα. Τώρα αν μου δινόταν η ευκαιρία να ξαναζήσω τα ίδια και χειρότερα, θα το ήθελα πολύ».



Αντεύχομαι
Έχω πολλά ράμματα για τη γούνα αυτής της μεγαλοκυρίας που λέγεται ευτυχία.
Μου έχει σπάσει τα νεύρα με όσα ισχυρίζεται απολογούμενη που με έστησε.
Ότι τάχα ήρθε, αλλά εγώ είχα το νου μου σε τούτο και σε κείνο, ενώ εκείνη με περίμενε σε τούτο και σε κείνο, κι όπως μου τα προσδιόρισε, με περίμενε σε πράγματα αδύνατα να συμβούν, εκεί ακριβώς δηλαδή που είχα το νου μου.
Κι αυτός ήτανε, λέει, ο λόγος που την προσπέρασα.
Άλλοτε πάλι, επιμένει πως ήρθε, στάθηκε λέει έξω από κάτι ιστορίες, στις οποίες εγώ είχα ήδη μπει μέσα, είχε τη διάθεση να πηδήξει από το παράθυρο και να μπει, αλλά ήταν τόσο υπερυψωμένη η δυσπιστία μου που δεν το τόλμησε.
Άλλη δικαιολογία, τραβηγμένη από τα μαλλιά, πως εγώ χτύπησα πολύ σιγά την πόρτα της και δε με άκουσε ή ότι χτύπησα πολύ δυνατά την πόρτα της, φοβήθηκε και δεν μου άνοιξε, και τι ψεύτρα, Θεέ μου, ότι χτύπησα λάθος τη διπλανή της πόρτα και βλέποντάς με να καθυστερώ, συνεπέρανε ότι το λάθος μου βγήκε σε καλό και δεν ήθελε να το διακόψει.
Μου έχει απαριθμήσει μία μία τις στιγμές με το όνομά τους, που την περιείχαν, λέει, αλλά εγώ θυμάμαι μόνο τι φόβο είχα μην τις χάσω.
Βλέπεις; μου λέει η κουτοπόνηρη, αν δεν ήμουνα εγώ εκεί μέσα, σ” αυτές τις στιγμές, γιατί θα φοβόσουν μην τις χάσεις, τι σ' ένοιαζε; Άρα ήρθα.
Αμέτρητες οι φορές που είπαμε να συναντηθούμε σε κάποιο φωτεινό μέρος, είτε στις κάποιες έξι των απογευμάτων είτε στις κάποιες οκτώ των δειλινών που έχουνε πιο φρόνιμο φως, κι εγώ να περιμένω, να την περιμένω με τις ώρες και πού να φανεί.
Και με τι θράσος να εμφανίζεται μετά στα όνειρά μου, να μου ζητάει συγνώμη που δεν ήρθε, γιατί είχε χάσει κάποιον δικό της κι ήτανε στις μαύρες της, ή και μου επιτίθεται πως ενώ ήρθε, ενώ περίμενε εκεί μέσα με στις ώρες της αναμονής μου, εγώ δεν την αναγνώρισα και δεν φταίει αυτή.
Είδα κι έπαθα να μην έχω την ανάγκη της. Και τώρα που παλεύοντας τα κατάφερα, έρχεται και μου δίνει συγχαρητήρια, πως αυτό ακριβώς, ότι δεν έχω την ανάγκη της, αυτό είναι ευτυχία.
Άπιαστη σου λέω.
"ΕΚΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ"

ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΑ - ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ


Ναι αγαπημένη μου.
Πολύ πριν να σε συναντήσω, εγώ σε περίμενα.
Πάντοτε σε περίμενα.
Σαν ήμουνα παιδί και μ' έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου, έσκυβε και με ρωτούσε: τι έχεις αγόρι μου;
Δε μίλαγα. Μονάχα κοίταζα πίσω απ' τον ώμο της έναν κόσμο άδειο από σένα, και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κοντύλι ήταν για να μάθω να σου γράφω τραγούδια.
Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής ήταν που αργούσες ακόμα.
Όταν τη νύχτα κοίταζα τ' αστέρια ήταν γιατί μου λείπανε τα μάτια σου.
Κι όταν χτύπαγε η πόρτα μου, κι άνοιγα, δεν ήτανε κανείς.
Κάπου όμως μες στον κόσμο, ήταν η καρδιά σου που χτυπούσε.
Έτσι έζησα, πάντοτε.
Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά, θυμάσαι; Μου άπλωσες τα χέρια τόσο τρυφερά, σα να με γνώριζες από χρόνια.
Μα και βέβαια με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου, είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου, αγαπημένη μου...
Θυμάσαι αλήθεια την πρώτη μεγάλη μέρα μας;
Σου πήγαινε αυτό το κίτρινο φόρεμα... ένα απλό φτηνό φόρεμα μα μα ήταν τόσο όμορφα κίτρινο.
Οι τσέπες του κεντημένες με μεγάλα καφετιά λουλούδια.
Σου πήγαινε στο πρόσωπό σου ο ήλιος, σου πήγαινε στην άκρη του δρόμου αυτό το τριανταφυλλένιο σύννεφο κι αυτή η φωνή μακριά ενός πλανόδιου ακονιστή... σου πήγαινε.
Έβαζα τα χέρια μου στις τσέπες, τα ξανάβγαζα, βαδίζαμε δίχως λέξη.
Μα και τι να πει κανείς όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου τόσο μεγάλα...
Ένα παιδί στη γωνιά τραγούδαγε τις λεμονάδες του, ήπιαμε μια στα δυο.
Κι αυτό το χελιδόνι που πέρασε ξαφνικά πλάι στα μαλλιά σου.
Τι σου είπε λοιπόν; Είναι τόσο όμορφα τα μαλλιά σου.. Δεν μπορεί, κάτι θα σου 'πε.
Το ξενοδοχείο ήταν μικρό σε μια παλιά συνοικία πλάι στο σταθμό. Μα μες την αντηλιά κοιτάζαμε να μανουβράρουμε τα τρένα.
Αλήθεια εκείνη η άνοιξη, εκείνο το πρωινό, εκείνη η απλή κάμαρα της ευτυχίας, αυτό το σώμα σου που κράταγα πρώτη φορά γυμνό, αυτά τα δάκρυα που δεν μπόρεσα στο τέλος να κρατήσω, πόσο σου πήγαιναν...
Κι ύστερα ξαφνικά εκείνο το βράδυ... έβρεχε. Ανέβηκα τέσσερα-τέσσερα τα σκαλιά, κανείς στην κάμαρα.
Έτρεμε στ' ανοιχτό παράθυρο η κουρτίνα. "Φεύγω, μη ζητήσεις να με βρεις", έγραφε.
Η χτένα της ξεχασμένη πάνω στο τραπέζι ανάμεσα στις χυμένες πούδρες, σαν ένα μικρό παιδικό φέρετρο μέσα στη σκόνη.
Πού είσαι λοιπόν; πες μου, πού είσαι; σ' αναζητάω σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας σ' ένα σπίτι που 'πιασε φωτιά.
Τις νύχτες σηκώνομαι αλαφιασμένος, ντύνομαι και σε περιμένω.
Δε θα χτυπούσες καν την πόρτα.
Θα πέταγες με βιάση το παλτό σου στην καρέκλα.
Η κάμαρα όλη θα λιποθυμούσε όπως θα 'λυνες ξαφνικά εκείνα τ' ασύγκριτα τυραννικά μαλλιά σου.
Η παλιά ντουλάπα θα 'τρεχε και σαν μια ταπεινή υπηρέτρια θα σου 'βγαζε τα παπούτσια. Θα γελούσαν οι καθρέφτες, θα ξυπνούσαν οι γείτονες...
Όλα έχουν μείνει όπως τα 'φησες θα σου 'λεγα.
Κι η χτένα σου, να τη εκεί. Η μαύρη μεγάλη χτένα σου, σαν ένας έρημος κατασκότεινος δρόμος, που τον περνάω κάθε νύχτα.
Άσε με τώρα να κοιτάζω τα παράθυρά σου, ξέροντας πως μέσα ένας άλλος σε παίρνει. Ένας άλλος βυθίζεται μες στη μεγάλη σου άνοιξη.
Εγώ και ποδοπατημένη από χιλιάδες άντρες, σ' αγαπώ.
Άσε με εδώ στη γωνιά, δεν πειράζει, ας χιονίζει.
Αυτό το μικρό τετράγωνο φως που ρίχνει το παράθυρο σου πάνω στο χιόνι, εμένα είναι ο κόσμος μου.
Δε θα σου πω τίποτα μόλις βγεις. Θα περπατάω δίπλα σου αμίλητος, κι αν αυτό σε πειράζει μπορώ να 'ρχομαι πίσω σου σα σκυλί.
Κι όταν πεθάνω, το χώμα που θα με σκεπάσει δε θα 'ναι για μένα το σκληρό χώμα των νεκρών, μα η απαλή τρυφερή γη, που κάποτε πλαγιάσαμε γυμνοί πάνω της.
Ποδοπάτησέ με να 'χω τουλάχιστον την ευτυχία να μ' αγγίζεις.

Αγαπημένη μου... Ερωτικό Ποίημα - Τασος Λειβαδιτης (αποσπασμα)

ΟΙ ΑΠΟΦΟΙΤΕΣ ΤΟΥ '75 ΜΕΤΑ 45 ΧΡΟΝΙΑ!











ΟΙ ΑΠΟΦΟΙΤΕΣ ΤΟΥ 1975 ΣΥΝΑΝΤΗΘΗΚΑΝ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ 45 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΜΑΣ!!! ΜΑΖΙ ΤΟΥΣ ΚΑΙ Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΟΛΩΝ, Η ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ κ. ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ!!! ΚΑΛΗ ΑΡΧΗ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΡΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ!

ΛΥΠΙΟΥ - ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ

                                                               

«Τα ποιήματα αποτυχαίνουν
όταν αποτυχαίνουν οι έρωτες.

Μην ακούτε τι σας λένε
θέλει ερωτική θαλπωρή
το ποίημα για ν’ αντέξει
στον κρύο χρόνο...

Έναν τόπο επινόησα
για να πηγαίνω όταν είμαι βαθιά λυπημένη,
λυπημένη ως τους άλιωτους πάγους μέσα μου,
ως τα κρυσταλλωμένα δάκρυα,
ως να βγουν οι νοσταλγίες, πανθηρούλες λευκές
που δαγκώνουν και τσούζουν οι δαγκωματιές τους.

Λυπιού λέω τον τόπο που επινόησα
για να πηγαίνω όταν είμαι βαθιά λυπημένη,
μια κατάσταση που εντείνεται ακατάπαυστα
αφού όλα τα ωραιοποιημένα τοπία του τέλους
αρχίζουν να μυρίζουν μουχλιασμένα νερά
και καρπούς σάπιους.

Στη Λυπιού φτάνεις χωρίς αναστεναγμό
μόνο μ’ ένα σφίξιμο ελαφρό
που θυμίζει τον έρωτα σαν στέκεται
αναποφάσιστος στο κατώφλι του σπιτιού.

Έχει ιεροβάμονες ποιητές εδώ
ποιητές με μεγάλη έφεση για ουρανό,
πανύψηλους, που μ’ ένα τίναγμα της κεφαλής
σημαίνουν το «όχι... όχι... λάθος»
ή και το «τι κρίμα, τώρα είναι αργά!»
ενώ ένας επαίτης στη γωνιά συνέχεια μουρμουρίζει:

«Το καλό με τον πόθο
είναι πως όταν χάνεται
χάνεται κι η αξία του αντικειμένου του μαζί».

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Σε πρόσφατη συνέντευξή της στην κρατική τηλεόραση, έλεγε με λύπη πως αυτό το απόλυτα φυσιολογικό «θα» που κινητοποιεί όλους μας, στην περίπτωσή της δεν είναι περισσότερο από μια βδομάδα, ένα μήνα. Είναι δύσκολο, συνέχιζε, «να μην περιμένεις πια τίποτα, εκτός από αυτά που σου δίνει η ζωή και να λες ευχαριστώ». Κι όμως: «Αυτό το ευχαριστώ είναι που κατευνάζει τον φόβο του θανάτου», κατέληγε η ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, μία από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες δημιουργούς, η οποία έφυγε αιφνίδια από τη ζωή τη Δευτέρα  20/1/2020 το βράδυ από ανακοπή, σε ηλικία 81 ετών.

ΡΙΤΣΟΣ - ΒΡΕΣ ΧΡΟΝΟ...



Βρες χρόνο για δουλειά -

αυτό είναι το τίμημα της επιτυχίας.


Βρες χρόνο για σκέψη -

αυτό είναι η πηγή της δύναμης.


Βρες χρόνο για παιχνίδι -

αυτό είναι το μυστικό της αιώνιας νιότης.


Βρες χρόνο για διάβασμα -

αυτό είναι το θεμέλιο της γνώσης.


Βρες χρόνο να είσαι φιλικός -

αυτό είναι ο δρόμος προς την ευτυχία.


Βρες χρόνο για όνειρα –

αυτά θα τραβήξουν το όχημά σου ως τ' αστέρια.


Βρες χρόνο ν' αγαπάς και ν' αγαπιέσαι -

αυτό είναι το προνόμιο των Θεών.


Βρες χρόνο να κοιτάς ολόγυρα σου -

είναι πολύ σύντομη η μέρα για να 'σαι εγωιστής.


Βρες χρόνο να γελάς -

αυτό είναι η μουσική της ψυχής.


Βρες χρόνο να είσαι παιδί -

για να νοιώθεις αυθεντικά ανθρώπινος.


Γιάννης Ρίτσος