TO TΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ 26/11/2018

                                                                       HAVING MY BABY
                                                                            PAUL ANKA
                                                                                   1974

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑ'Ι'

Ξέρεις την ιστορία του αγρότη και του βιολόγου;
Σ’ ένα τρένο κάθονται μαζί, ο ένας απέναντι από τον άλλον, ένας διάσημος βιολόγος με διεθνή βραβεία, κι ένας σχεδόν αγράμματος αγρότης της περιοχής. Ο πρώτος, φοράει ένα άψογο επίσημο κοστούμι, σε σκούρο γκρί· ο άλλος, ένα φθαρμένο αλλά καθαρό παντελόνι για τη δουλειά στα χωράφια. Ο επιστήμονας έχει γύρω του βιβλία, ενώ ο επαρχιώτης ένα μικρό μπογαλάκι με ρούχα. 
«Θα διαβάσετε όλα αυτά τα βιβλία στο ταξίδι;» ρωτάει ο χωρικός. 
«Όχι, αλλά ποτέ δεν ταξιδεύω χωρίς αυτά» αποκρίνεται ο βιολόγος. 
«Και πότε θα τα διαβάσετε;» 
«Τα έχω διαβάσει… και όχι μόνο μια φορά.» 
«Και δεν τα θυμάστε;» 
«Τα θυμάμαι, όπως κι άλλα, πολύ περισσότερα…» 
«Τρομερό!!! Και για τι πράγμα μιλάνε αυτά τα βιβλία;» 
«Για ζώα…» 
«Τυχεροί θα είναι οι γείτονές σας, που έχουν κοντά έναν κτηνίατρο…» 
«Δεν είμαι κτηνίατρος· είμαι βιολόγος.» 
«Ααααα!!! Και σε τι χρησιμεύουν όλα αυτά που ξέρετε αφού δεν γιατρεύετε ζώα;»
 «Για να ξέρω. Να ξέρω όλο και περισσότερα… Να ξέρω περισσότερα από κάθε άλλον.» 
«Κι αυτό σε τι χρησιμεύει;» 
«Κοιτάξτε… Θα σας δείξω, και με την ευκαιρία θα κάνουμε πιο παραγωγικό αυτό το ταξίδι. Ας υποθέσουμε ότι βάζουμε ένα στοίχημα. Ας πούμε ότι για κάθε ερώτηση που σας κάνω σχετικά με ζώα και δεν ξέρετε να μου απαντήσετε, θα μου δίνετε ένα πέσο. Και για κάθε ερώτηση που θα μου κάνετε εσείς σχετικά με ζώα κι εγώ δεν θα ξέρω να σας απαντήσω, θα σας δίνω, ας πούμε, εκατό πέσος… Παρ'όλη τη διαφορά της χρηματικής αποζημίωσης, οι γνώσεις μου θα συμβάλλουν να γείρει υπέρ μου η πλάστιγγα, και στο τέλος του ταξιδιού θα έχω κερδίσει και λίγα χρήματα.» 
Ο χωρικός σκέφτεται, σκέφτεται… Κάνει λογαριασμούς με το νου του και με τη βοήθεια των δαχτύλων του. 
Τελικά λέει: «Είστε βέβαιος;» 
«Απολύτως» απαντάει ο βιολόγος. 
Ο άνθρωπος με τις χωριάτικες βράκες χώνει το χέρι στην τσέπη και βγάζει ένα κέρμα του ενός πέσο (ένας χωρικός ποτέ δεν στοιχηματίζει εάν δεν έχει να πληρώσει). 
«Ν’ αρχίσω εγώ πρώτος;» ρωτάει ο χωρικός. 
«Αρχίστε» απαντάει με άνεση ο βιολόγος. 
«Για ζώα;» 
«Για ζώα…» 
«Λοιπόν… Ποιο είναι το ζώο που έχει πούπουλα αλλά δεν γεννάει αβγά, όταν γεννιέται έχει δύο κεφάλια, τρέφεται μονάχα με πράσινα φύλλα και πεθαίνει όταν του κόψεις την ουρά;» «Τι;» ρωτάει ο βιολόγος. 
«Ρωτάω πώς λέγεται είναι το ζώο που έχει πούπουλα αλλά δεν γεννάει αβγά, όταν γεννιέται έχει δύο κεφάλια, τρέφεται μονάχα με πράσινα φύλλα και πεθαίνει όταν του κόψεις την ουρά.» 
Ο επιστήμονας μένει άναυδος και δείχνει συλλογισμένος. Αμίλητος, ψάχνει μανιωδώς στη μνήμη του τη σωστή απάντηση… Περνούν τα λεπτά. Τότε, βρίσκει το θάρρος να ρωτήσει: «Μπορώ να χρησιμοποιήσω τα βιβλία μου;» 
«Φυσικά!» απαντάει ο αγρότης. Ο άνθρωπος της επιστήμης αρχίζει ν’ ανοίγει τον ένα τόμο μετά τον άλλον, ψάχνει στα ευρετήρια, κοιτάζει τις φωτογραφίες… Μετά, βγάζει ένα χαρτί και κρατάει σημειώσεις. Ύστερα κατεβάζει από το ράφι μια τεράστια βαλίτσα και βγάζει από μέσα τρία χοντρά βιβλία που τα συμβουλεύεται. Έχουν περάσει δύο ώρες και ο βιολόγος εξακολουθεί να ξεφυλλίζει βιβλία, να ψάχνει και να μουρμουρίζει ενώ κάνει ακατανόητα σχήματα στο σημειωματάριό του. 
Τελικά, από τα μεγάφωνα ανακοινώνουν ότι το τρένο φτάνει στο σταθμό. Ο βιολόγος επιταχύνει, ενώ λαχανιάζει ταραγμένος. Δεν τα καταφέρνει.
 Όταν το τρένο κόβει ταχύτητα, ο επιστήμονας βάζει το χέρι στην τσέπη, βγάζει ένα κολλαριστό χαρτονόμισμα των εκατό πέσος και λέει στον χωρικό: «Κερδίσατε… Ορίστε.» 
Ο χωρικός σηκώνεται όρθιος, παίρνει το χαρτονόμισμα, το κοιτάζει ικανοποιημένος και το χώνει στην τσέπη. 
«Ευχαριστώ» του λέει, και παίρνοντας το δισάκι του πάει να φύγει. 
«Περιμένετε, περιμένετε» τον σταματάει ο βιολόγος. «Ποιο είναι αυτό το ζώο;» 
«Ααααα… Ούτε εγώ το ξέρω…» λέει ο αγρότης. Και χώνοντας πάλι το χέρι στην τσέπη, βγάζει το ένα πέσο και το δίνει στον επιστήμονα, λέγοντας: «Ορίστε ένα πέσο. Χάρηκα πολύ για τη γνωριμία, κύριε…» 
Ο πιο διαβασμένος δεν ξέρει πάντα τα περισσότερα, ο πιο μορφωμένος δεν είναι και ο πιο καλλιεργημένος, δεν κερδίζει πάντοτε ο καλύτερα πληροφορημένος. Διδάσκει και η ζωή… και μάλιστα πολύ.

Από την άγνοια στη σοφία ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ 19/11/2018

                                                                ΑΥΤΑ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΣΗΜΑΔΙΑ                 
                                                                ΡΙΤΣΟΣ-ΛΕΟΝΤΗΣ-ΞΥΛΟΥΡΗΣ

ΤΩΝ ΑΦΑΝΩΝ



ΤΩΝ ΑΦΑΝΩΝ

Μαργαρίτα  Μανώλη

 Και ξαφνικά άνθισε ένας Νοέμβρης στη μέση του χειμώνα. Ένας, δύο, τέσσερις, εκατό, χιλιάδες.  Άναψαν φωτιά στην πικρή πολιτεία. Και συ ένας από τους χιλιάδες στο κάλεσμα της γενιάς σου. Τους αφανείς.  Το ματωμένο σου πουκάμισο δεν το ‘κανες σημαία. Να εξαργυρώσεις με οφίτσια. Φώναζες για λεύτερη ζωή, λεύτερο κόσμο. Και το πάθος ράγιζε τη φωνή σου. Τώρα σωπαίνεις. Γιατί σωπαίνεις;  Εσύ, σύντροφε, συναγωνιστή που μπήκες πρώτος στη φωτιά.  «Ωραίος ως Έλληνας».
  Μόνο κάθε χρόνο την ίδια μέρα προσκυνάς στον ιερό τόπο. Σκύβεις ευλαβικά. Μ’ ένα λουλούδι στο χέρι. Όχι γαρύφαλλο. Τα εκπόρνεψαν αυτά. Κι ένα χαμόγελο πικρό στα χείλη.   Εκείνος ο Νοέμβρης θα μείνει για πάντα καρφωμένος στη μνήμη σου.

Σπύρος Σιάτρας
Διαρκώς
Τα πρόχειρα σάντουιτς και οι πλαστικές σακούλες με τρόφιμα που περνάγανε μέσα χέρι με χέρι.
Τα τσιγάρα που πήγαιναν οι οικοδόμοι στην πύλη
Τα δάκρυα και η γραπατσαλωμένη αγωνία σε ροζιασμένα βλέμματα και χέρια που συνόδευαν τα «Να προσέχετε παιδιά μου, να προσέχετε!...»
Τα φάρμακα μέσα σε τσάντες κουστουμαρισμένων γιατρών και τσέπες σακακιών υπεράνω υποψίας.
Τα χειροκροτήματα των επιβατών των τρόλλεϋ στην Πατησίων.
Τα ανήσυχα βλέμματα των χαφιέδων στην γωνία της Στουρνάρη.
Η αρρωστημένη λύσσα των ακροβολισμένων σκοπευτών στο κτήριο του ΟΤΕ και στις ταράτσες γύρω πολυκατοικιών.
Τα ερωτευμένα αγκαλιάσματα κάτω από τις νεραντζιές στο προαύλιο, με τις προκηρύξεις στα χέρια.
Το μελάνι πολυγράφου στα δάχτυλα που πάσχιζαν να μην λερώσουν το ψωμί που συνωμοτικά έφερνε από την πλαϊνή πύλη το ζευγάρι των υπερήλικων ταβερνιάρηδων.
Οι πόρτες των πολυκατοικιών που άνοιγαν στα κυνηγητά.
Οι ανώνυμες προσωπικές συνειδησιακές μάχες «να μπω ή όχι», ανεξαρτήτως τελικής επιλογής.
Τα αυτιά που ήταν αγκιστρωμένα στο ραδιάκι, προσπαθώντας μέσα από παρεμβολές να μάθουν.
Τα «έχεις παιδί! Που πας;;;» που κοπάναγαν με κλάματα εγκλωβισμένης μανίας φτωχικές εξώπορτες στις Δυτικές Συνοικίες.
Εκείνα που ελάχιστοι γνωρίζουν, έξω από την κλειστή πόρτα του ραδιοφωνικού σταθμού και η για ιστορικούς λόγους αποσιώπησή τους.
Το «8» που δεν υπήρξε, που ήταν «κατασκευασμένο», που ακόμη ενοχλεί.
Η μυθοποίηση, η απαξίωση, η ενσωμάτωση, η ιδιωτική και πολιτική χρήση, η ανοχή, η σιχασιά για πρόσωπα.
Ο κόμπος στον λαιμό όσων ήταν εκεί και ακόμη θυμούνται, το βλέμμα πέρα όσων ήξεραν ή έμαθαν.
Οι λίγοι, οι ελάχιστοι που ακόμα.
Κάποιες μοναχικές φιγούρες, που στηρίζονταν σε στύλους και έκλαιγαν βουβά τα επόμενα χρόνια. Μέχρι που δεν ξαναφάνηκαν ποτέ.
Η φωτογραφία της κυρίας Σοφίας στο μπαλκόνι απέναντι, με την Ιστορία στην φωνή και την ροή του χρόνου στα πόδια της.
Οι ζωές που γιγαντώθηκαν ή εκμηδενίστηκαν μέσα σε ένα τριήμερο στην Πατησίων. Κι εκείνες που αναρωτιούνται ακόμη για όλα, πολλά χρόνια έπειτα.
Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες.
Οι μαυροφορεμένες μάνες. Που ό,τι έμαθαν και όσες έμαθαν, το κράτησαν μαζί τους.
Τα πορίσματα, οι φήμες, οι συγκαλύψεις, η σπέκουλα, η λάσπη, τα ψέματα, η προπαγάνδα.
Όλα εκείνα που ακολούθησαν. Οι νέοι νεκροί. Μετά.
Οι πεθαμένοι μέσα τους. Από τότε.
Η ανατριχίλα των λίγων, κάθε φορά που περνούν από μπροστά.
Το μοναχικό κεφάλι δίπλα στην πύλη και όσα θα ήθελε να πει.
Το σιωπηλό και μοναχικό επετειακό τσιγάρο στο απέναντι πεζοδρόμιο, όλο και πιο αραιά πια. Συνήθως δυο ημέρες πριν το επίσημα καθιερωμένο λειτουργικό.
Ο ήλιος που εξακολουθεί και ανατέλλει από το ίδιο σημείο. Και δύει όποτε γουστάρει αυτός.
Η προσπάθεια να μην διαγράψω ετούτο το κείμενο.
Η ζωή που τραβάει την ανηφόρα.
Διαρκώς…

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ 12/11/2018

                                                                         IT'S TOO LATE
                                                                    CAROLE KING 1971

Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ - ΑΠΟΣΜΑΣΜΑ




Γεννηθήκαμε σε μια ενδιαφέρουσα εποχή, γεμάτη αλλοπρόσαλλες απόπειρες, περιπέτειες και σύγκρουσες· σύγκρουσες όχι μονάχα, όπως άλλοτε, ανάμεσα στις αρετές και στις κακίες, παρά — κι αυτό ‘ναι το πιο τραγικό — ανάμεσα στις ίδιες τις αρετές.
Οι παλιές αναγνωρισμένες αρετές αρχίζουν να χάνουν το κύρος τους, δεν μπορούν πια να επαρκέσουν στο θρησκευτικό, ηθικό, πνεματικό, κοινωνικό αίτημα της σύγχρονης ψυχής.
Θαρρείς κι η ψυχή του ανθρώπου μεγάλωσε και δε χωράει πια στα παλιά καλούπια.
Στα σπλάχνα της εποχής μας, στα σπλάχνα κάθε συγχρονισμένου ανθρώπου, είτε συνειδητά είτε ασύνειδα, ξέσπασε ένας εμφύλιος πόλεμος, χωρίς έλεος, ανάμεσα στον παλιό, παντοδύναμο άλλοτε μύθο, που ξεθύμανε μα πολεμάει απελπισμένα να ρυθμίσει ακόμα τη ζωή μας, και στο νέο μύθο, που μάχεται, αδέξια ακόμα κι ανοργάνωτα, να κυβερνήσει τις ψυχές μας.  Γι’ αυτό κάθε ζωντανός άνθρωπος σήμερα σπαράζεται από τη δραματική μοίρα του καιρού του.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ 
Αναφορά στο Γκρέκο 

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ 5/11/2018

                                                                           VITA MIA
                                                                 TONY DEL MONACO